Η Ιταλία στην άβυσσο


του Franco Berardi (Bifo)  


Η υπεράσπιση της ράτσας

Στις 3 Φεβρουαρίου 2018 στη Ματσεράτα, μια μικρή πόλη στην  Κεντρική Ιταλία, βρέθηκε το πτώμα ενός νεαρού κοριτσιού που λεγόταν Παμέλα. Ένας Νιγηριανός έμπορος ναρκωτικών συνελήφθη και κατηγορήθηκε για το θάνατό της, που τώρα αναμένεται να  δικαστεί. Με το που διαδόθηκε αυτή η είδηση ο Λούκα Τραϊνι, ένας εικοσιεννιάχρονος γνωστός στη πόλη για τις φασιστοειδείς συμπάθειές του και υποψήφιος στις εκλογές με τη Λέγκα του Βορρά του Ματέο Σαλβίνι, πυροβολεί με ένα πιστόλι glock εναντίον ενός γκρουπ αφρικανών, τραυματίζοντας έξι. Την ίδια μέρα, καμιά πενηνταριά αφρικανοί μετανάστες πνίγονταν στη Μεσόγειο εξ αιτίας των μέτρων του τότε Υπουργού Εσωτερικών Μάρκο Μινίτι, μέλος του Δημοκρατικού κόμματος, που είχε ποινικοποιήσει τη σωστική παρέμβαση στη θάλασσα των ανθρωπιστικών μη κυβερνητικών οργανώσεων.


Ένα μήνα μετά την απόπειρα ρατσιστικής σφαγής στη Ματσεράτα η Λέγκα του Βορρά, το κόμμα στο οποίο ανήκε ο Λούκα Τραϊνι, πήρε στη πόλη το 21% των ψήφων, με μια αύξηση 18% σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές του 2013. Η κεντροδεξιά κέρδισε τις εκλογές. Αυτό είναι το σενάριο που αποτελεί το υπόβαθρο της ιταλικής πολιτικής ζωής.

Ο ιταλικός φασισμός που εκδηλώθηκε μετά το τέλος του πρώτου παγκόσμιου πόλεμου έκφραζε τις προσδοκίες μιας νέας γενιάς, επιθετικής, σε ευφορία, εύθυμης και αυταρχικής. Ο επεκτατικός εθνικισμός του DAnnunzio, η λατρεία της ταχύτητας (του Μανιφέστου του φουτουρισμού του Marinetti το 1909), εκφράζανε ένα πνεύμα εξουσίας που σήμερα δεν υπάρχει πια σε καμιά χώρα του κόσμου, μα πάνω από όλα δεν υπάρχει πια στη καταθλιπτική Ιταλία. Η κατάθλιψη, η γήρανση, η απληστία, η θλίψη, η περιφρόνηση του εαυτού, είναι τα διακριτικά γνωρίσματα του πληθυσμού αυτής της χώρας, χώρας μνησίκακων ηλικιωμένων και νέων ολοένα και πιο αμαθών, γιατί οι μορφωμένοι νέοι φεύγουν. Αυτό που υπάρχει σήμερα είναι ο θλιβερός φασισμός των  ανίσχυρων, ο φασισμός εκείνων που έχουν ταπεινωθεί από την οικονομική βία και αναζητούν εκδίκηση χτυπώντας τους ακόμα πιο φτωχούς και ακόμα πιο ανυπεράσπιστους. Η συνέχεια με τον φασισμό του προηγούμενου αιώνα βρίσκεται στις εθνικιστικές εξάρσεις και κυρίως στην υπεράσπιση της ράτσας. Αλλά και ένας ρατσισμός νέου τύπου, κυρίως κοινωνικού χαρακτήρα, ο ρατσισμός εκείνων που φοβούνται να χάσουν το ελάχιστο που τους έχει αφεθεί, την κακώς αμειβόμενη εργασία, την ανδρική κυριαρχία πάνω στις γυναίκες. ‘’Όταν οι κούνιες είναι άδειες το έθνος γηράσκει και παρακμάζει’’ έλεγε ο Ντούτσε και ο Σαλβίνι επαναλαμβάνει την ίδια ρητορική. Ήδη από το 2017 η Υπουργός Υγείας της κυβέρνησης της κεντροαριστεράς, Μπεατρίτσε Λορεντσίνι κάλεσε τις ιταλίδες γυναίκες να κάνουν παιδιά σε νεαρή ηλικία. Το 2018 ο Υπουργός Εσωτερικών της κυβέρνησης της δεξιάς Σαλβίνι, δεσμεύτηκε να ευνοήσει οικονομικά την επιστροφή στη γονιμότητα. Η λευκή ράτσα επέστρεψε, ως ένας επικίνδυνος εφιάλτης.                                                                                                                                                                          
Οι συνέπειες της οικονομικής βίας

Για να κατανοήσουμε τους λόγους της ρατσιστικής δηλητηρίασης της ιταλικής κοινωνίας αλλά και της ευρωπαϊκής, είναι απαραίτητο να θυμόμαστε τι συνέβη στο κοινωνικό πεδίο την τελευταία δεκαετία, τη δεκαετία μετά την οικονομική κατάρρευση του 2008. Μετά τις ιταλικές εκλογές του 2013, όταν η εκλογική άνοδος του Κινήματος 5 Αστέρων φαινόταν να θέτει σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της χώρας, ο Μάριο Ντράγκι είπε. ‘Κανείς να μην ανησυχεί, η ευρωπαϊκή οικονομία συνεχίζει στον αυτόματο πιλότο’’. Με το μελαγχολικό και ευφυές χαμόγελό του ο Ντράγκι διατεινόταν ότι η κοινωνία έχει το δικαίωμα να εκφράζει τη γνώμη της και τη θέλησή της διαμέσου των δημοκρατικών εκλογών, αλλά αυτό δεν έχει καμιά σημασία γιατί η οικονομία είναι ένα σοβαρό πράγμα και βεβαίως δεν επιτρέπεται να επηρεάζεται από τα άστατα συναισθήματα του κόσμου.
Ο Μάριο Ντράγκι είχε δίκιο. Παρά τις διαδηλώσεις του 2011 και παρά τα σημάδια ενός αυξανόμενου λαϊκιστικού κινδύνου, η οικονομική αφαίμαξη των κοινωνικών πόρων και η φτωχοποίηση της κοινωνίας δεν σταμάτησε ποτέ, αντιθέτως συνταγματοποιήθηκε εν ονόματι της ‘δημοσιονομικής μάχης’. Τελικά η κοινωνία διαταράχτηκε και βγήκε έξω ο ‘’λαός’’. Και αυτός ο λαός ήθελε μόνο ένα πράγμα. Να εκδικηθεί τους μέχρι τότε πρωταγωνιστές φέρνοντας στην εξουσία τον Σαλβίνι με το Κίνημα 5 Αστέρων.

Αυτό σημαίνει ότι ο Σαλβίνι και ο Ντι Μάϊο θα νικήσουν το οικονομικό τέρας; Φυσικά όχι. Όπως ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι βρυχήθηκαν στην αρχή εναντίον του κεφαλαίου και κατέληξαν στο τέλος οι μεγαλύτεροι υπηρέτες του, έτσι και ο Ματέο Σαλβίνι γνωρίζει καλά ότι ο τεχνοοικονομικός αυτόματος πιλότος είναι ένας εχθρός υπερβολικά δυνατός και δεν υπάρχει καμιά πιθανότητα να αμφισβητήσει αυτό που ονομάστηκε ‘δημοσιονομική μάχη’ επιστρέφοντας εισόδημα στη κοινωνία. Ο προϋπολογισμός που ψηφίστηκε συνεχίζει τη πολιτική μετακίνησης πόρων προς τις πλούσιες τάξεις(flat tax) και δεν εγγυάται το μισθό υπηκοότητας που οι του Κινήματος των 5 Αστέρων είχαν υποσχεθεί.    
Σε αυτή την εύθραυστη ισορροπία που υποστηρίζει την κυβέρνηση Κόντε, η Λέγκα του Βορρά είναι σε αδιάκοπη άνοδο και εάν ψηφίζαμε σήμερα θα ήταν το πρώτο κόμμα ( με 34%), ενώ το Κίνημα 5 Αστέρων πέφτει κάτω από το 30%.  

Η εξέλιξη της ιταλικής πολιτικής κατάστασης είναι η απόδειξη ότι η τάση προς την άβυσσο είναι προς το παρόν ασταμάτητη.  

Τι μπορούμε να περιμένουμε στο προσεχές μέλλον;

Τι μπορεί να προβλεφθεί για το μέλλον της Ιταλίας; To Δημοκρατικό κόμμα αποσυντίθεται, ο μεγάλος ηττημένος Ματέο Ρέντσι συμπεριφέρεται σαν ευερέθιστο μωρό. Η αριστερά είναι εξαφανισμένη από τη πολιτική σκηνή και δύσκολα μπορεί να παρουσιάσει μια πρόταση πειστική στις Ευρωεκλογές. Αλλά το πιο ενδιαφέρον πράγμα δεν βρίσκεται στις διαμάχες της πολιτικής τάξης αλλά στους μετασχηματισμούς της κοινωνίας. Ένα σημαντικό γεγονός είναι η μετανάστευση των νέων Ιταλών. Το έτος 2017, ενώ οι Ιταλοί φοβόντουσαν πραγματική εισβολή, μπήκαν στην Ιταλία 126.000 μετανάστες και αιτούντες άσυλο. Το ίδιο έτος έφυγαν 146.000 νέοι Ιταλοί, φοιτητές, πτυχιούχοι, άνεργοι, επισφαλώς εργαζόμενοι. Οι πιο καταρτισμένοι φοιτητές, οι επαγγελματίες που ήταν πιο ανοιχτοί στη παγκόσμια κουλτούρα, εκείνοι που δεν αποδέχονταν τη ρατσιστική τάση της πλειοψηφίας. 

Δεν ξέρω πως μπορεί να εξελιχθεί η ιταλική κατάσταση τους προσεχείς μήνες, αλλά μου φαίνεται προφανές ότι το μοναδικό στοιχείο που ενώνει όλες τις πολιτικές δυνάμεις στην Ιταλία όπως και σε όλες τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, είναι η επαναπροώθηση του μεταναστευτικού κύματος. Στην ρατσιστική επαναπροώθηση και στην εξόντωση του συγκλίνουν τέλεια οι νικητές των εκλογών, η Λέγκα και τα Πέντε Αστέρια και οι ηττημένοι των εκλογών, το Δημοκρατικό κόμμα που με τον Μάρκο Μινίτι εκφράζει πλήρως το συστατικό ρατσισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο ρατσισμός και ο εθνικισμός είναι συνέπεια της κοινωνικής αδυναμίας της τελευταίας δεκαετίας. Είναι το μοναδικό κοινό στοιχείο πολιτών και κυβερνήσεων μιας ηπείρου στην οποία δεν υπάρχει πια καμιά αλληλεγγύη και καμιά ελπίδα για μέλλον.

Δεκέμβρης 2018
                                               
 
     Ο Φράνκο Μπεράρντι  (περισσότερο γνωστός με το παρατσούκλι Μπίφο) είναι Ιταλός φιλόσοφος και δοκιμιογράφος.  Στα φοιτητικά του χρόνια μετείχε στο Μάη του 68 και υπήρξε εμβληματική φυσιογνωμία του γκρουπ της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς ‘’εργατική εξουσία’’ . Το 1975 βγάζει το περιοδικό Α/traverso με το οποίο καθιερώνεται ως ο επικεφαλής της δημιουργικής πτέρυγας της Εργατικής αυτονομίας στη γείτονα χώρα. Το 1976 μαζί με άλλους δημιουργεί  στη Μπολόνια το μυθικό ραδιοφωνικό σταθμό Radio Alice, ο οποίος έπαιξε θεμελιώδη ρόλο στη μεγάλη εξέγερση του Μάρτη του 77 στην Ιταλία. Λίγο αργότερα η αστυνομία με καταδρομική επιχείρηση κλείνει το Radio Alice και εκδίδει ένταλμα σύλληψης του με τη κατηγορία της υποκίνησης ταξικού μίσους από ραδιοφώνου και ως υπόπτου για συμμετοχή στις ερυθρές ταξιαρχίες και καταφεύγει στη Γαλλία όπου του παρέχεται πολιτική ασυλία,  ‘’προστατευόμενος’’ από τον Φελίξ Γκουαταρί και τον Μισέλ Φουκώ. Στα μέσα της δεκαετίας του 80 μεταφέρεται στις ΗΠΑ όπου συνεργάζεται με διάφορα περιοδικά και εξελίσσει τις αναλύσεις του για τη σχέση κοινωνικών κινημάτων και τεχνικών της επικοινωνίας. Επιστρέφει στην Ιταλία στις αρχές της δεκαετίας του 90 και έκτοτε αρθρογραφεί σε διάφορα πολιτικά περιοδικά του χώρου αλλά και της τέχνης, εκδίδει διάφορα βιβλία και συμμετέχει σε ντοκιμαντέρ και ταινίες. Στο τελευταίο του βιβλίο που εκδόθηκε το Σεπτέμβρη του 18 καταπιάνεται με το θέμα της οικονομικής και υπαρξιακής επισφάλειας της νέας γενιάς σε συνθήκες θεσμοποίησης του ρατσισμού και καταιγίδας απορριμμάτων από τα media. Έγραψε τα παραπάνω άρθρο για τον Ποδονίφτη.  

Σημείωση: Διαβάζοντας κάποιος-α το άρθρο του Μπίφο για την Ιταλία είναι πιθανόν να μείνει εμβρόντητος. Είναι πράγματι τόσο απογοητευτικό το πολιτικό τοπίο και τόσο δυστοπική η εικόνα της γειτονικής χώρας όπως περιγράφεται στο άρθρο; Και αν ναι, η πεσιμιστική αφήγηση του πολιτικού δράματος (όπως κάνει ο Μπίφο) δεν λειτουργεί αβανταδόρικα στη ρητορική του λαϊκισμού και της ακροδεξιάς στην Ιταλία; Απαντά ο Μπίφο. 

‘’ Νομίζουμε ότι είναι καλύτερα να προσποιούμαστε; Πιστεύουμε ότι αν καταπέσει η κατάθλιψη από το πεδίο του πολιτικού και φιλοσοφικού λόγου, η κατάθλιψη δεν παράγει τα αποτελέσματά της μόνο και μόνο επειδή την αγνοούμε; Η έκρηξη του λεγόμενου λαϊκισμού, τον οποίο εγώ θα αποκαλούσα ταυτοτική εμμονή είναι αποτέλεσμα της κατάθλιψης και όχι της πεσιμιστικής ρητορικής. Ας σκεφτούμε τα τελευταία χρόνια, εκείνα που ακολούθησαν το ελληνικό καλοκαίρι. Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι στον Ελληνικό λαό μετά το δημοψήφισμα του Ιουλίου, ήταν συμπεριφορά προσανατολισμένη στην ταπείνωσή του. Στο υποσυνείδητο των Ευρωπαίων έχει καταγραφεί ο τιμωρητικός  κλοιός των Ελλήνων ως ένα ταπεινωτικό μάθημα που απευθύνεται σε όλους. Η ταπείνωση δημιούργησε αίσθηση αδυναμίας και επιθυμία εκδίκησης. Από εκείνο το καλοκαίρι η εκδίκηση έγινε ο μόνος ορίζοντας της συλλογικής επιθυμίας. Να εκδικηθούμε τις φιλελευθεροδημοκρατικές κυβερνήσεις που μας αιμορραγούν και πάνω από όλα μας ξεφτιλίζουν. Και η εκδίκηση δεν καταλαβαίνει από λόγους. Όποιος θέλει να εκδικηθεί δεν τον νοιάζει αν ο Σαλβίνι ή ο Τραμπ θα του καταστρέψει τη ζωή που είναι ήδη προ πολλού κατεστραμμένη. Τον νοιάζει ο Σαλβίνι ή ο Τράμπ να ξεφτιλίσει αυτούς που τον ταπείνωσαν. Αυτή είναι η κατάθλιψη που κυριαρχεί στην εποχή μας.’’ 

 Μπορεί να έχει ένα δίκιο ο Μπίφο αλλά κατά τη γνώμη μου δεν είναι μόνο αυτό ή δεν είναι κυρίως αυτό. Η τεράστια και χρόνια οικονομική κρίση, η εκτεταμένη αποβιομηχάνιση της Ιταλίας, η εξάρθρωση της μεσαίας (κυρίως βιοτεχνικής) τάξης της και ο κυριαρχικός- δηλητηριώδης ρόλος των ιδιωτικών μμε, αυτών που ο ίδιος ο Μπίφο αποκαλεί shitstorm, έχουν οδηγήσει σε μεγάλης κλίμακας αποταξικοποίηση την κοινωνία της χώρας και σε πανωλεθρία το πολιτικό υποκείμενο. Αλλά και όμως…. Σε αυτό το ζοφερό κλίμα το κίνημα ΝΟ TUV πριν λίγες βδομάδες έκανε τη πιο μεγαλειώδη παράστασή του από τότε που συγκροτήθηκε με δεκάδες χιλιάδες πολίτες, καταλήψεις συγκροτημάτων για στέγαση ανήμπορων οικονομικά οικογενειών γιόρτασαν τα εικοστά γενέθλιά τους, συλλογικότητες πολιτών του νότου της χώρας έχουν οικοδομήσει ένα τεράστιο δίκτυο αλληλεγγύης στους μετανάστες, το κίνημα για το νερό ως κοινό αγαθό καλά κρατεί, τα κοινωνικά κέντρα είναι πολυάριθμα  και δεκάδες δήμαρχοι ξεσηκώνονται εξ αιτίας των ξενοφοβικών και ρατσιστικών νομοθετήσεων του Σαλβίνι. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το πολιτικό τοπίο στη γείτονα χώρα είναι ομιχλώδες και η ορατότητα εξαιρετικά περιορισμένη. Αλλά αν σκάψουμε στο βάθος, θα βρούμε θραύσματα του μέλλοντος.                                                                                                            Κώστας Παπακώστας
     

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου